ΔΕΚΤΗ ΕΦΕΣΗ ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ ΟΦΕΙΛΕΤΗ - ΥΠΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΣΤΟΝ ΝΟΜΟ 3869/2010 - ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΤΟΥ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΥΝΗΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ-ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΥΨΟΥΣ 70.000 ΕΥΡΩ
Νομική Προστασία κατά τραπεζών

ΔΕΚΤΗ ΕΦΕΣΗ ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ ΟΦΕΙΛΕΤΗ – ΥΠΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΣΤΟΝ ΝΟΜΟ 3869/2010 – ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΤΟΥ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΥΝΗΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ-ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΥΨΟΥΣ 70.000 ΕΥΡΩ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΦΕΣΕΩΝ
Αριθμός Απόφασης 8895/2021

Ο εκκαλών ζήτησε να γίνει δεκτή η από 23.07.2012 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 505/2012 αίτησή του, την οποία απηύθυνε προς το Ειρηνοδικείο Περιστερίου. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την με αρ. 182/2019 οριστική απόφασή του, απέρριψε την αίτηση. Κατά της ανωτέρω αποφάσεως, ο εκκαλών άσκησε την από 23.09.2019 έφεση.

Με την κρινομένη αίτηση, ο αιτών και ήδη εκκαλών, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς την πιστώτρια τράπεζα, ζήτησε τη ρύθμιση των χρεών του, σύμφωνα με το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του, αφού ληφθούν υπόψη η οικογενειακή, περιουσιακή και εισοδηματική του κατάσταση, με εξαίρεση από τη ρευστοποίηση των περιγραφόμενων στο δικόγραφο αγροτεμαχίων.

Από την επανεκτίμηση της ανωμοτί κατάθεσης του αιτούντος-εκκαλούντος, που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, καθώς και από όλα τα επικαλούμενα και νομίμως προσκομιζόμενα εκ μέρους του έγγραφα, και τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών, γεννηθείς το έτος 1966, είναι έγγαμος. Έχει τρία τέκνα, γεννηθέντα τα έτη 1996, 2000 και 2008 αντίστοιχα. Ο ίδιος εργάζεται ως οδηγός στην Ο.Σ.Υ. ΑΕ, ενώ η σύζυγός του ουδέποτε εργάσθηκε, διαμένει δε με την οικογένειά του σε ακίνητο ιδιοκτησίας του πεθερού του, ο οποίος τους το έχει παραχωρήσει δωρεάν. Το μηνιαίο κόστος διαβίωσης του αιτούντος και της οικογενείας του κατά τον κρίσιμο χρόνο της άσκησης της κρινόμενης αίτησης, για την εν γένει διατροφή τους, ήτοι για ένδυση, θέρμανση, καταβολή λογαριασμών σε οργανισμούς κοινής ωφέλειας, μετακίνηση, ψυχαγωγία, τις δαπάνες για μη καλυπτόμενη από τους κοινωνικοασφαλιστικούς οργανισμούς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, λαμβανομένης υπόψη της ηλικίας τους, ανέρχεται στο ποσό των 1.400,00 ευρώ περίπου. Επισημαίνεται ότι κατά τον καθορισμό του μηνιαίου κόστους διαβίωσης δεν πρέπει να θίγεται το ελάχιστο όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης του οφειλέτη, το οποίο προσδιορίζεται βάσει κριτηρίων τόσο αντικειμενικών, με βάση το εισόδημα ή την περιουσία, όσο και υποκειμενικών, σύμφωνα με την προσωπική, οικογενειακή, κοινωνική κατάσταση, την υγεία και την ηλικία των προσώπων, ωστόσο, αυτός πρέπει να μειώσει στο ελάχιστο τις δαπάνες του και δη μόνο στις απολύτως απαραίτητες.

Ο αιτών είναι δικαιούχος εμπραγμάτου δικαιώματος ψιλής κυριότητας ενός αγρού ξηρικού, εκτάσεως, 8 στρεμμάτων που βρίσκεται στο Δήμο Μόβρης, εκτός οικισμού και εκτός ζώνης, αξίας 5.000,00 ευρώ, β) ενός αγρού ξηρικού εκτάσεως 2.729,97 τ,μ., που βρίσκεται στον ίδιο ανωτέρω Δήμο, αξίας 8.000,00 ευρώ και γ) ενός αγρού ξηρικού, εκτάσεως 19 στρεμμάτων περίπου, εντός του οποίου υφίσταται ισόγεια κατοικία 119,53 τ.μ., πλέον ημιυπαίθριων χώρων 47,14 τ.μ. και αποθήκης 20 τ.μ., στον ίδιο ως άνω Δήμο.

Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες δηλώσεις φόρου εισοδήματος σε συνδυασμό με τα εκκαθαριστικά σημειώματα της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. το συνολικό οικογενειακό φορολογητέο εισόδημα διαμορφώθηκε ως εξής : το οικονομικό έτος 2003 (χρήση 2002) στο ποσό των 12.119,66 ευρώ, το οικονομικό έτος 2004 (χρήση 2003) στο ποσό των 18.875,78 ευρώ, το οικονομικό έτος 2005 (χρήση 2004) στο ποσό των 22.272,34 ευρώ, το οικονομικό έτος 2006 (χρήση 2005) στο ποσό των 22.696,92 ευρώ, το οικονομικό έτος 2007 (χρήση 2006) στο ποσό 25.179,57 ευρώ, το οικονομικό έτος 2008 (χρήση 2007) στο ποσό των 28.827,56 ευρώ, το οικονομικό έτος 2009 (χρήση 2008) στο ποσό των 32.693,57 ευρώ, πλέον επιδόματος τριτεκνίας ποσού 4.033,68 ευρώ, το οικονομικό έτος 2010 (χρήση 2009) στο ποσό των 39.807,16 ευρώ πλέον επιδόματος τριτεκνίας ποσού 3.111,48 ευρώ, το οικονομικό έτος 2011 (χρήση 2010) ποσό των 33.410,26 ευρώ, πλέον επιδόματος τριτεκνίας ποσού 3.192,30 ευρώ, το οικονομικό έτος 2012 (χρήση 2011) στο ποσό των 25.168,72 ευρώ, πλέον επιδόματος τριτεκνίας ποσού 3.1568,Ο9 ευρώ, το οικονομικό έτος 2013 (χρήση 2012) στο ποσό των 22.752,29 ευρώ πλέον επιδόματος τριτεκνίας ποσού 2.892,75 ευρώ, για το οικονομικό έτος 2014 (χρήση 2013) στο ποσό των 17.425,18 ευρώ, το φορολογικό έτος 2014 στο ποσό των 19.413,04 ευρώ, το φορολογικό έτος 2015 στο ποσό των 19.557,68 ευρώ, το φορολογικό έτος 2016 στο ποσό των 20.627,43 ευρώ, το φορολογικό έτος 2017 στο ποσό των 20.947,87 ευρώ, το φορολογικό έτος 2018 στο ποσό των 20.069,25 ευρώ και το φορολογικό έτος 2019 στο ποσό των 21.296,69 ευρώ. Επισημαίνεται πως τα ανωτέρω αποτελούν το φορολογητέο εισόδημα του αιτούντος και όχι το καθαρό, το οποίο υπολογίζεται μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών και του αναλογούμενου φόρου. Συνεπώς, κατά τον κρίσιμο χρόνο της άσκησης της κρινομένης αίτησης (2012) το οικογενειακό εισόδημα ανήρχετο στο ποσό των 20.237,00 ευρώ (ατομικό αιτούντος) πλέον ποσού 2.892,75 ευρώ που έλαβε η σύζυγός του, ήτοι συνολικά 23.129,75 ευρώ, και δη κατά μέσο όρο το μήνα 1.927,47 ευρώ. Επομένως, κατά τον χρόνο αυτό (κατάθεσης της αίτησης) ο αιτών δεν μπορούσε να καλύψει το σύνολο των βιοτικών αναγκών του και τις δανειακές του υποχρεώσεις με αποτέλεσμα να βρίσκεται σε αδυναμία πληρωμών, η οποία διαρκεί μέχρι και τη συζήτηση της έφεσης όπως προκύπτει από τα αναφερόμενα ως άνω εισοδήματά του.

Ως εκ τούτου το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο αφενός μεν οι βιοτικές ανάγκες της οικογένειας του ανέρχονται στο ποσό των 1.280,00 ευρώ, αφετέρου πως το οικογενειακό εισόδημα ανέρχεται στο ποσό των 1.955,00 ευρώ, έσφαλε ως προς την ερμηνεία του νόμου και κακώς εκτίμησε τις αποδείξεις και συνεπώς πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και να εξετασθεί περαιτέρω η αίτηση ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης ο αιτών, προκειμένου να προβεί σε ανοικοδόμηση και αποπεράτωση της αναφερόμενης κατοικίας που βρίσκεται στο Δήμο Μόβρης και στην οποία προτίθεται στο μέλλον να εγκατασταθεί, είχε αναλάβει από την καθ’ ης, τα κάτωθι χρέη, ήτοι συνολικά οφείλει 121.471 ευρώ, εκ των οποίων τα τρία στεγαστικά είναι εξασφαλισμένα με εμπράγματη ασφάλεια, η δε μηνιαία δόση προς εξυπηρέτηση των δανειακών του υποχρεώσεων, ανέρχεται σε 612,00 ευρώ περίπου.

Από την αντιπαράθεση των ως άνω δεδομένων, προκύπτει ότι το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος, δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί στις δανειακές του υποχρεώσεις προς την καθ’ ης πιστώτρια, με αποτέλεσμα να περιέλθει χωρίς υπαιτιότητά του σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του, καθώς αδυναμία πληρωμών σημαίνει ανικανότητα του οφειλέτη να εξοφλήσει τους πιστωτές του λόγω έλλειψη ρευστότητας, δηλαδή έλλειψης όσων χρημάτων απαιτούνται για να μπορεί ο οφειλέτης να ανταποκρίνεται στα ληξιπρόθεσμα χρέη του, η δε αδυναμία αυτή δεν οφείλεται σε δόλο, εφόσον κάτι τέτοιο δεν αποδείχτηκε. Αδυναμία άλλωστε συνιστά όχι απαραίτητα κάποιο έκτακτο περιστατικό γεγονός, αλλά και άλλοι παράγοντες, όπως αστοχία σχετικά με τις οικονομικές δυνατότητες του δανειολήπτη, ατυχείς προγραμματισμοί, επιθετικές πρακτικές προώθησης των πιστώσεων, εισοδηματική στενότητα, υψηλά επιτόκια κλπ., στοιχεία που εν πολλοίς συνέτρεχαν και στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Η αδυναμία του είναι δε γενική, καθώς με το μηνιαίο οικογενειακό εισόδημά του αδυνατεί να καλύψει το σύνολο των δανειακών του υποχρεώσεων και των λοιπών δαπανών για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών της οικογένειάς τους. Περαιτέρω, η αδυναμία του είναι και μόνιμη επειδή δεν αναμένεται αύξηση του οικογενειακού εισοδήματος κατά το προσεχές μέλλον. Δεν αποδείχθηκε εξάλλου, ότι αυτός βαρύνεται με οιουδήποτε είδους δόλο σχετικά με την ανάληψη των χρεών του. Επίσης, σαφώς προέκυψε ότι η αλλαγή των προβλέψεων του αιτούντος οφείλεται σε εξωγενείς παράγοντες και δη στην οικονομική κρίση, που αυτή δεν μπορούσε να προβλέψει και να αποφύγει. Ειδικότερα, πρέπει να επισημανθεί πως ο αιτών προέβη στη λήψη όλων των ανωτέρω δανειακών προϊόντων κατά τα έτη 2003 – 2006, όταν δηλαδή το οικογενειακό εισόδημα, του επέτρεπε να εξυπηρετεί το σύνολο των χρεών του και πράγματι εξυπηρετούσε. Προϊόντος του χρόνου όμως, εξαιτίας της γενικότερης οικονομικής κατάστασης της χώρας μειώθηκαν τα οικογενειακά εισοδήματα και ακολούθως, επιδεινώθηκε η ικανότητά του να εκπληρώσει τις οφειλές του, τις οποίες τουλάχιστον μέχρι και το έτος 2011 εκπλήρωνε.

Εξ αυτού του λόγου οδηγήθηκε σε διακοπή εξυπηρέτησης των δανειακών υποχρεώσεών του. Με βάση τα ανωτέρω συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτούντος οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στη ρύθμιση του ν. 3869/2010 και ειδικότερα αυτή των άρθρων 8 παρ. 2 και 9 παρ. 1 και 2, καθότι βρίσκεται σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των οφειλών του. Στην συγκεκριμένη περίπτωση θα πρέπει να γίνει συνδυασμός της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 για μηνιαίες καταβολές επί τετραετία και αυτής του άρθρου 9 παρ. 2 για σταδιακές καταβολές προκειμένου να εξαιρεθεί από την εκποίηση η δυνητική του κατοικία.

Με βάση επομένως το οικογενειακό εισόδημα και λαμβανομένου υπόψη του κόστους διαβίωσης, όπως αυτά τα στοιχεία αναλύθηκαν ανωτέρω, ο αιτών μπορεί να καταβάλλει το ποσό των 250,00 ευρώ μηνιαίως για την εξυπηρέτηση των δανείων του, λαμβανομένων υπόψη ιδίως των καθαρών εισοδημάτων του αιτούντος του έτους 2019. Με βάση τα παραπάνω, οι ανωτέρω καταβολές θα γίνονται για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών και η κάθε μηνιαία καταβολή πρέπει να ορισθεί στο ποσό των 250,00 ευρώ, το οποίο θα καταβάλλεται σύμμετρα προς τις προαναφερόμενες απαιτήσεις, εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός, αρχής γενομένης από τον πρώτο μετά τη δημοσίευση της απόφασης μήνα.

Συνεπώς, ο αιτών θα έχει καταβάλει με τις μηνιαίες καταβολές επί τετραετία συνολικά το ποσό των 12.000,00 ευρώ. Ακολούθως η ανωτέρω ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 πρέπει να συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 ρύθμιση, εφόσον με τις καταβολές της πρώτης ρύθμισης δεν επέρχεται εξόφληση των απαιτήσεων της πιστώτριας και έχει υποβληθεί αίτημα εξαίρεσης της δυνητικής κατοικίας του αιτούντος που περιγράφεται ανωτέρω. Η αντικειμενική αξία της, η οποία εν προκειμένω συμπίπτει με την εμπορική, ανέρχεται σήμερα στο ποσό των 48.698,16 ευρώ (βλ. ΕΝΦΙΑ έτους 2019). Συνακόλουθα, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της δυνητικής κατοικίας του αιτούντος, που ανέρχονται σε ποσοστό 80% της αντικειμενικής αξίας του ανωτέρω ακινήτου, το οποίο αντιστοιχεί στο ανώτατο όριο ευθύνης του. Το 80% της αξίας αυτής ανέρχεται σε 38.958,53 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με σταθερό επιτόκιο, που θα ισχύει, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, θα ξεκινήσει μετά παρέλευση τεσσάρων (4) ετών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, προκειμένου να μη συμπέσει η τελευταία αυτή ρύθμιση με την πιο πάνω του άρθρου 8 παρ. 2, ο δε χρόνος τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού πρέπει να οριστεί σε είκοσι (20) έτη, ποσού 162,33 ευρώ εκάστης μηνιαίας δόσης, λαμβανομένου υπόψη του συνολικού χρέους του αιτούντος, της οικονομικής του δυνατότητας και της ηλικίας του. Πρέπει επιπλέον να επισημανθεί πως δεν πρέπει να διαταχθεί η εκποίηση των λοιπών περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος, αφού κατά την κρίση του δικαστηρίου, η εκποίηση αυτών, συνυπολογιζόμενων των εξόδων αυτής (εκποίησης) δεν αποφέρουν σημαντικό τίμημα.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ