ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΝΟΜΗΣ ΚΙΝΗΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΣΥΖΥΓΩΝ-ΔΕΚΤΗ Η ΠΡΟΒΑΛΛΟΜΕΝΗ ΕΝΣΤΑΣΗ ΜΑΣ ΠΕΡΙ ΑΟΡΙΣΤΙΑΣ
Οικογενειακό δίκαιο

ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΝΟΜΗΣ ΚΙΝΗΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΣΥΖΥΓΩΝ – ΔΕΚΤΗ Η ΠΡΟΒΑΛΛΟΜΕΝΗ ΕΝΣΤΑΣΗ ΜΑΣ ΠΕΡΙ ΑΟΡΙΣΤΙΑΣ

1517/2021 ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Από τις διατάξεις των άρθρων 682 και 688 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η λήψη ασφαλιστικών μέτρων επιτρέπεται και διατάσσεται σε περίπτωση ύπαρξης επικείμενου κινδύνου, απειλούντος το επίδικο δικαίωμα και προς αποτροπή αυτού ή επί συνδρομής επείγουσας περίπτωσης, που επιβάλλει την ταχεία και άμεση λήψη δικαστικών προφυλακτικών μέτρων, πριν ή κατά τη διάρκεια της τακτικής διαγνωστικής δίκης.

Ως επείγουσα περίπτωση ή επικείμενος κίνδυνος νοείται προδήλως η ύπαρξη ασυνήθους ανάγκης έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδίκου, που δικαιολογείται από τη συνδρομή παρόντων πραγματικών περιστατικών κάποιου συγκεκριμένου κινδύνου ματαίωσης της απαίτησης ή επείγουσας περίπτωσης της παρούσας στιγμής, η οποία είναι πιεστική και ανεπίδεκτη αναβολής και απαιτεί άμεση ρύθμιση, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία ανεπανόρθωτων ή δύσκολα αναστρέψιμων καταστάσεων (ΜΠρΑθ 240/2021, ΜΠρΗρακλ 384/2019, ΜΠρΘεσ 3706/2014, δημοσιευμένες στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΜΠρΑθ 449/2004 NoB 52.831).

Γίνεται δε δεκτό ότι η αδικαιολόγητη και μακράς διάρκειας καθυστέρηση άσκησης της αίτησης λήψης ασφαλιστικών μέτρων υποδηλώνει την έλλειψη επείγουσας περίπτωσης (βλ. ΜΠρΚω 242/2016, ΜΠρΑθ 8604/2004, ΜΠρΑθ 550/2012 NoB 2012.319, ΜΠρΘηβ 149/1996, ΕΕμπΔ 97.349, πρβλ. ΜΠρΘεσ 1705/2014, ΜΠρΑθ 1146/2002  στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», B.  ΚΠολΔ, υπ’ άρθρο 682, παρ. 12 και 13).

Από τις διατάξεις, δε, των άρθρων 111, 118 αρ. 4 και 688 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι για κάθε αίτηση παροχής δικαστικής προστασίας απαιτείται γενικά μεν να αναφέρεται στο δικόγραφο, με ποινή απαραδέκτου, που λαμβάνεται υπ’ όψιν και αυτεπαγγέλτως, ως αναγόμενο στην προδικασία, μεταξύ άλλων και το αντικείμενο αυτού, κατά τρόπο σαφή, ορισμένο και ευσύνοπτο. Στα ασφαλιστικά μέτρα, η αξίωση αυτή του νόμου αποβαίνει περισσότερο επιτακτική για το λόγο ότι στις υποθέσεις αυτές είναι υποχρεωτική η προαπόδειξη, λόγω της οποίας ο αποδεικτικός έλεγχος των παραγωγικών γεγονότων του προστατευτέου δικαιώματος γίνεται κατ’ ανάγκη μόνο με βάση τους ισχυρισμούς, που διαλαμβάνονται στην αίτηση.

Ειδικότερα δε, για το ορισμένο της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, ως προς την προϋπόθεση της συνδρομής επικείμενου κινδύνου ή επείγουσας περίπτωσης, πρέπει σ’ αυτήν να γίνεται, έστω και συνοπτικά, αναφορά των πραγματικών περιστατικών, που πιθανολογούν τη συνδρομή του επικείμενου κινδύνου ή της επείγουσας περίπτωσης και δεν αρκεί η αναφορά στη στερεότυπη διατύπωση του νόμου, αλλά απαιτείται παράθεση συγκεκριμένων, έστω και συνοπτικώς, περιστατικών του εννοιολογικού προσδιορισμού των προϋποθέσεων αυτών, διαφορετικά είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω της αοριστίας της (ΕφΑθ 1173/1999 ΕλλΔνη 42.764, ΜΠρΘεσ 3706/2014 ό.π., ΜΠρΘεσ 15137/2012, ΜΠρΠειρ 4645/2011).

Με την υπό κρίση αίτηση ο αιτών, εκθέτει ότι με την καθ’ ης τέλεσε νόμιμο γάμο σύμφωνα με τους κανόνες της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας την 27.09.2003, ο οποίος όμως διασπάστηκε οριστικά στις αρχές Απριλίου του έτους 2019. Ότι κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσής τους, προέβη με ίδια έξοδα σε ανακαίνιση της οικογενειακής τους στέγης και σε αγορά επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών και οικιακών αντικειμένων, τόσο για την κύρια κατοικία της οικογένειας, όσο και για την εξοχική κατοικία, η οποία παραχωρήθηκε στην καθ’ ης από την γιαγιά της. Ότι κατά την αποχώρησή του από την οικογενειακή οικία τον Απρίλιο του έτους 2019, ανέλαβε μόνο κάποια προσωπικά του αντικείμενα, έκτοτε η καθ’ ης αρνείται να του παραδώσει τα λοιπά. Ότι λόγω ανυπέρβλητων οικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζει, διαμένει έκτοτε στην πατρική του οικία, μη δυνάμενος να μισθώσει ξεχωριστή κατοικία, πλην όμως, κατά τους ισχυρισμούς του, υπάρχει η δυνατότητα να μπορέσει να δημιουργήσει έναν χώρο κατάλληλο για την προσωπική και αξιοπρεπή διαβίωσή του και συνεπώς η καθ’ ης οφείλει να του παραδώσει τα λεπτομερώς αναφερόμενα στην ένδικη αίτηση κινητά, τα οποία βρίσκονται τόσο στην πρώην οικογενειακή τους στέγη, όσο και στην εξοχική κατοικία, προκειμένου να ξεκινήσει την αναζήτηση ενός αξιοπρεπούς αλλά οικονομικού χώρου. Με βάση τα ανωτέρω, επικαλούμενος επείγουσα περίπτωση, καθόσον, κατά τα εκτιθέμενα στην ένδικη αίτηση, του λείπουν τα στοιχειώδη έπιπλα και τα προσωπικά του είδη, ο ρουχισμός του, τα έγγραφά του, τα παλαιά προσωπικά του ενθύμια, τα οποία ουδεμία αξία έχουν ούτε οικονομική ούτε συναισθηματική για την καθ’ ης, ζητά να  υποχρεωθεί η τελευταία να του παραδώσει κατά χρήση τα αναλυτικά περιγραφόμενα στο ιστορικό της αίτησής του κινητά πράγματα και να καταδικαστεί στη δικαστική του δαπάνη.

Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η αίτηση αρμοδίως και παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 683-703 ΚΠολΔ, ωστόσο, όπως προκύπτει από την αυτεπάγγελτη έρευνα του παρόντος Δικαστηρίου, και πέραν της ουσιαστικής έρευνας αναφορικά με την ύπαρξη του ασφαλιστέου δικαιώματος, η κρινόμενη αίτηση είναι αόριστη (άρθρα 111, 118, 216 και 688 ΚΠολΔ, όπως ισχύουν σήμερα) και συνεπώς, απορριπτέα ως απαράδεκτη, όπως και η καθ’ ης βασίμως υποστηρίζει με το σημείωμά της, αλλά και με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας της δικηγόρου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, καθώς, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στις ανωτέρω νομικές σκέψεις της παρούσας απόφασης, δεν εκτίθενται σ’ αυτήν, έστω και συνοπτικά, συγκεκριμένα παρόντα περιστατικά από τα οποία να πιθανολογείται ότι συντρέχει επείγουσα περίπτωση ή επικείμενος κίνδυνος για τη λήψη του αιτούμενου ασφαλιστικού μέτρου, ήτοι πραγματικά περιστατικά ή κίνδυνος, ο οποίος απειλεί το επίδικο δικαίωμα, ή συνδρομή επείγουσας περίπτωσης η οποία επιβάλλει την ταχεία και άμεση λήψη μέτρων πριν την τακτική διαγνωστική δίκη. Δεδομένου ότι, ουδεμία επίκληση γίνεται στις πραγματικές αυτές προϋποθέσεις, δεν δικαιολογείται η λήψη ασφαλιστικών μέτρων, καθόσον αυτά αποτελούν την εξαίρεση του κανόνα κατά τον οποίο τα εξαναγκαστικά μέτρα κατά της περιουσίας ή του προσώπου διατάσσονται και λαμβάνονται μόνο μετά την οριστική και τελεσίδικη διάγνωση της απαιτήσεως και με τις εγγυήσεις και διατυπώσεις της τακτικής διαδικασίας. Αντιθέτως, η καθυστέρηση άσκησης της κρινόμενης αίτησης για τη λήψη των αιτουμένων ασφαλιστικών μέτρων, η οποία ασκήθηκε την 02.06.2021, δηλαδή, τρία χρόνια περίπου αφότου έλαβε χώρα, κατά τα αναφερόμενα στο δικόγραφο της αίτησης, η επικαλούμενη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης και αποχώρησή του από την οικογενειακή στέγη, υποδηλώνει την έλλειψη επείγουσας περίπτωσης και επικείμενου κινδύνου, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα και στην νομική σκέψη της παρούσας απόφασης (βλ. ΜΠρΠειρ 437/2018 δημοσιευμένη στην ΤρΝομΠληρ «ΝΟΜΟΣ», ΜΠρΚω 242/2016 ό.π.).

Συνεπώς, μετά ταύτα, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί, όπως προεκτέθηκε, ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, με τις αιτιολογίες, που εκτέθηκαν ανωτέρω, και να καταδικασθεί ο αιτών, λόγω της ήττας του στην παρούσα δίκη, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ης, κατά ουσιαστική παραδοχή του σχετικού νόμιμου αιτήματος, που οι τελευταίοι υπέβαλαν με τα σημειώματά τους.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ