ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ Α' ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ
Νομική Προστασία κατά τραπεζών

ΥΠΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΝΟΜΟ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΥ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΥΨΟΥΣ 327.789 ΕΥΡΩ

914/2023 ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΝΙΚΑΙΑΣ (ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ – ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ)

Η αποδοχή υπερχρεωμένης κληρονομίας, ακόμα και αν ο κληρονόμος γνώριζε την υπερχρέωση του κληρονομουμένου και απέβλεπε στην προστασία της κληρονομιαίας κύριας κατοικίας, δεν συνιστά από μόνη της δόλια περιέλευση σε αδυναμία πληρωμής. Το δικαστήριο δέχθηκε ότι δεν ενήργησε με δόλο αποδεχόμενη την κατάχρεη περιουσία του πατέρα της και όρισε για να διασώσει την ακίνητη περιουσία της να καταβάλει εντός διαστήματος 20ετίας το συνολικό ποσόν των 24.000 ευρώ και δη το ποσόν των 100 ευρώ για 24 μήνες. Ήτοι, διέγραψε χρέη συνολικού ύψους 303.000 ευρώ (με ημερομηνία εκδόσεως αναλυτικής βεβαίωσης οφειλών από την τράπεζα το 2018).

Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 εδ. δ’ του Ν. 3869/2010, ως τροποποιήθηκε από το άρθρο 56 του Ν. 4549/2018, «Η αποδοχή υπερχρεωμένης κληρονομίας από τους νόμιμους μεριδούχους του αρχικού οφειλέτη ακόμα κι αν γίνεται εν γνώσει της υπερχρέωσης, δεν συνιστά από μόνη της και χωρίς την συνδρομή άλλων περιστάσεων δόλια περιέλευση σε αδυναμία πληρωμής χρηματικών οφειλών». Το άρθρο 56 αντικατοπτρίζει την επιλογή του νομοθέτη να περιορίσει και να αποδυναμώσει την έννοια του δόλου στην περίπτωση της κληρονομικής διαδοχής του θανόντος οφειλέτη από πρόσωπα του στενού συγγενικού κύκλου -από τους νόμιμους μεριδούχους του αρχικού οφειλέτη-, εξαιτίας και της κατακόρυφης αύξησης του αριθμού των απορριπτικών αποφάσεων λόγω δόλιας περιέλευσης σε μόνιμη αδυναμία και να εξαιρέσει από αυτήν περιπτώσεις αποδοχής υπερχρεωμένης κληρονομίας. Η επιλογή αυτή κρίθηκε επιβεβλημένη κυρίως εξαιτίας του αυξανόμενου αριθμού αποποιήσεων, αλλά και της δεδομένης έκδοσης των αντιφατικών αποφάσεων από τα Ειρηνοδικεία, σχετικά με το ζήτημα της διόγκωσης του παθητικού εκ κληρονομικής διαδοχής, με υφισταμένη κατά το χρόνο αποδοχής τη γνώση της υπερχρέωσης του κληρονομούμενου. Η προσθήκη της διάταξης για την αποδοχή της υπερχρεωμένης κληρονομίας και η αποδυνάμωση της έννοιας του δόλου για τους νόμιμους μεριδιούχους του θανόντος οφειλέτη, κληρονόμου κρίθηκαν απαραίτητες από τον νομοθέτη και δικαιολογούνται απόλυτα στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 4549/2018 το οποίο αναφέρει: Όταν αποβιώνει υπερχρεωμένο πρόσωπο, οι κληρονόμοι αποδέχονται την κληρονομία είτε ελπίζοντας ότι θα ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις του κληρονομούμενου είτε επειδή συγκατοικούσαν με τον κληρονομούμενο σε κατοικία ιδιοκτησίας του και θα αντιμετωπίσουν στεγαστικό πρόβλημα σε περίπτωση αποποίησης. Αν στην συνέχεια δεν καταφέρουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις και ζητήσουν την υπαγωγή τους, τότε κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν την ένσταση δόλιας περιέλευσής τους σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής μόνο και μόνο για τον λόγο ότι αποδέχθηκαν εν γνώσει τους υπερχρεωμένη κληρονομία. Ωστόσο, το παραπάνω αποτελεί κοινωνικό πρόβλημα, διότι είναι επιζήμιο για την εθνική οικονομία, αφού δίνει κίνητρο για αποποιήσεις των κληρονομιών, με αποτέλεσμα το ενεργητικό του κληρονομουμένου να παραμένει για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα αναξιοποίητο. Για την αντιμετώπιση του φαινομένου προβλέπεται ότι η αποδοχή υπερχρεωμένης κληρονομίας, ακόμα και αν ο κληρονόμος γνώριζε την υπερχρέωση του κληρονομουμένου και απέβλεπε στην προστασία της κληρονομιαίας κύριας κατοικίας, δεν συνιστά από μόνη της δόλια περιέλευση σε αδυναμία πληρωμής, παρά θα πρέπει να συνδυάζεται με άλλα περιστατικά. Η εμβέλεια της διάταξης περιορίζεται στην περίπτωση των νόμιμων μεριδούχων, ανεξάρτητα από το αν κληρονομούν από διαθήκη, εξ αδιαθέτου ή από τη νόμιμη μοίρα. Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 12α προβλέπεται: Αν ο οφειλέτης αποβιώσει πριν την απαλλαγή του κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 11, οι απαιτήσεις των πιστωτών επανέρχονται στο ύψος, στο οποίο θα βρίσκονταν αν δεν είχε υποβληθεί η αίτηση για την μείωση των ποσών που καταβλήθηκαν από τον κληρονομούμενο. Η παύση ή ο περιορισμός της τοκογονίας δεν ανατρέπονται μέχρι τον θάνατο του οφειλέτη. Αν το δικαστήριο είχε διατάξει την εξαίρεση της πρώτης κατοικίας του κληρονομουμένου από την ρευστοποίηση και ο κληρονόμος χρησιμοποιεί το ίδιο το ακίνητο ως δική του κύρια κατοικία, μπορεί να ζητήσει την εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 9 χωρίς τον χρονικό περιορισμό του πρώτου εδαφίου αυτής. Στην περίπτωση αυτή εξακολουθεί να ισχύει ο κανόνας της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών σε σχέση με την περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, ωστόσο για τον προσδιορισμό του σχεδίου διευθέτησης οφειλών, το ποσό το οποίο θα αναλάμβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, μειώνεται κατά το αντίστοιχο ποσό που καταβλήθηκε από τον κληρονομούμενο. Η συνολική διάρκεια των σχεδίων διευθέτησης οφειλών του κληρονομούμενου και του κληρονόμου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τη διάρκεια που αναφέρεται στο δέκατο ένατο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 9. Θα πρέπει να γίνουν οι εξής διακρίσεις: Α. Κατά την κληρονομική επαγωγή σε σχέση με την υπερχρέωση είναι δυνατόν καταρχάς να έχει υπαχθεί ο κληρονομούμενος στην ρύθμιση. Μετά από τον θάνατό του, οι κληρονόμοι του υπεισέρχονται στον διακανονισμό του χρέους που έχει γίνει με την δικαστική απόφαση (υποχρέωση κληρονομίας= χρέος). Β. Εάν ο κληρονομούμενος δεν είχε υπαχθεί στη ρύθμιση, ενώ υπήρχαν οι προϋποθέσεις, ο κληρονόμος μπορεί να ανταποκριθεί στα χρέη, αλλά δεν μπορεί να ζητήσει την υπαγωγή στη ρύθμιση, γιατί με την υπαγωγή παύει να είναι υπερχρεωμένη η κληρονομία. Γ. Εάν ο κληρονομούμενος δεν είχε επαχθεί στη ρύθμιση, ο κληρονόμος δεν μπορεί να ανταποκριθεί, ερωτάται αν ο κληρονόμος μπορεί να ζητήσει την υπαγωγή στη ρύθμιση. Αν αγνοεί την υπερχρέωση μπορεί να ζητήσει την υπαγωγή. Αν όμως τη γνωρίζει, όπερ είναι και το πιθανότερο και δεν υπήρχε η πρόσφατη τροποποίηση, αποδεχόμενος εν γνώσει της υπερχρέωσης θα κινδύνευε να θεωρηθεί ότι περιάγει τον εαυτό του δολίως σε αδυναμία πληρωμής χρηματικών οφειλών. Από την διατύπωση συνάγεται ότι πρέπει να συντρέχουν και άλλες περιστάσεις για να θεωρηθεί ότι τελεί σε δόλο. Οι άλλες περιστάσεις θα είναι καταρχάς η αποξένωση του κληρονόμου από το ακίνητο-αντικείμενο της κληρονομίας στο οποίο ο ίδιος δεν κατοικούσε και αποδέχεται την κληρονομία μόνο για να το εκμεταλλευθεί, για παράδειγμα διά της εκμισθώσεως. Συνεπώς, η αποδοχή υπερχρεωμένης κληρονομίας εν γνώσει της υπερχρέωσης δεν θα συνιστά δόλια περιέλευση κατά κανόνα, αν οι προϋποθέσεις υπαγωγής συνέτρεχαν και στο πρόσωπο του κληρονομουμένου, κατά συσταλτική ερμηνεία της νέας ρυθμίσεως.

Εν προκειμένω: Η αιτούσα ηλικίας 45 ετών κατά τον χρόνο συζήτησης της αίτησης είναι άγαμη και άτεκνη. Συγκατοικούσε στην κληρονομιαία οικία με τους γονείς της. Τα συνολικά ετήσια δηλωθέντα εισοδήματά της ανήλθαν κατά το οικονομικό έτος 2014 σε 6.105,93€ , κατά το φορολογικό έτος 2014 σε 6.145,15€ , κατά το φορολογικό έτος 2015 σε 4.332,90€, κατά το φορολογικό έτος 2016 σε 3.992,80€, κατά το φορολογικό έτος 2017 σε 2.000€, ενώ κατά το φορολογικό έτος 2019 ανήλθαν σε 5.400€. Οι συνολικές οφειλές της προήλθαν από την υπερχρεωμένη κληρονομία που έχει επαχθεί σε αυτήν από τον αποβιώσαντα πατέρα της και ανέρχονται σε 327.789 ευρώ. Υπό τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι η αιτούσα, η οποία στερείται πτωχευτικής ικανότητας, έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των χρηματικών οφειλών της. Με βάση τα προλεχθέντα πληρούνται οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 Ν. 3869/2010 για μηνιαίες καταβολές που θα αρχίσουν δύο μήνες από τη δημοσίευση της παρούσας και θα έχουν διάρκεια τριών ετών (36 μηνιαίες δόσεις). Όσον αφορά στο ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη το εισόδημα της αιτούσας και τις δαπάνες διαβίωσης της, τις οποίες εκτιμά στο ποσό των 700,00 μηνιαίως, οδηγείται στο συμπέρασμα ότι η αιτούσα θα πρέπει να υπαχθεί στην ειδικότερη ευνοϊκή ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 5 Ν. 3869/2010, ορίζει κατά συνέπεια για αυτήν μηδενικές καταβολές για χρονική περίοδο τριών ετών και κρίνει ότι δεν υφίσταται ανάγκη επανεξέτασης της οικονομικής της κατάστασης με τον ορισμό της νέας δικασίμου. Παραπέρα η αιτούσα θα πρέπει να ενταχθεί στη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2 για μηνιαίες καταβολές προς το σκοπό της εξαίρεσης της κύριας κατοικίας από την εκποίηση, ήτοι θα εξαιρεθεί της εκποίησης το διαμέρισμα επιφανείας 76 τ.μ. της πολυκατοικίας, η οποία ευρίσκεται στον Κορυδαλλό με τρέχουσα αντικειμενική αξία 48.000€. Στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής του αρθ. 9 παρ. 2 Ν. 3869/10 θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές ίσες με το μισό της αντικειμενικής αξίας της ήτοι ποσό 24.000€ σε 240 ισόποσες μηνιαίες δόσεις ποσού 100€ εκάστη. Η καταβολή των δόσεων για τη διάσωση της κατοικίας της θα ξεκινήσει δύο μήνες μετά τη δημοσίευση της αποφάσεως, καθώς το Δικαστήριο κρίνει ότι ενόψει των μηδενικών καταβολών που ορίστηκαν κατ’ άρθρο 8 παρ. 5 του Ν. 3869/10, δεν θα χορηγηθεί περίοδος χάριτος, και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου, με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.